Πηνελόπη Τσιάλα: "Η λογοτεχνία οφείλει να σκύβει πάνω από τα προβλήματα των ανθρώπων, τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες και την ανάγκη όλων μας για ελευθερία, αυτοδιάθεση, ισότητα".
Τι σας ενέπνευσε να γράψετε τη συλλογή διηγημάτων Εκδίκηση σαν φωτιά;
Από τη στιγμή που το βιβλίο αυτό περιλαμβάνει πολλές ιστορίες, είναι λίγο δύσκολο να απαντήσω πώς μου ήρθε η ιδέα, καθότι δεν υπάρχει ένα ενιαίο στόρι. Γενικά δυσκολεύομαι να απαντήσω στο πώς μου ήρθε η ιδέα για κάποιο μου δημιούργημα, πόσο μάλλον για το συγκεκριμένο, το οποίο απαρτίζεται από πολλά μικρά δημιουργήματα. Μπορώ όμως να πω ότι ήθελα πάρα πολύ από καιρό να γράψω μια συλλογή διηγημάτων, ώστε να δημιουργήσω ένα βιβλίο πλούσιο σε θεματολογία. Επιπλέον, μου αρέσει πολύ το διήγημα ως είδος πεζογραφίας, γιατί είναι κάτι απλό, σύντομο και περιεκτικό, με αποτέλεσμα με λίγες λέξεις να χαρίζει απόλαυση στον αναγνώστη και να τον προβληματίζει. Εξάλλου, είχα έμπνευση για διηγήματα και όχι για μυθιστόρημα σε εκείνη τη φάση, δηλαδή για μικρές ιστορίες και όχι για μια μεγάλη.
Πώς είναι η διαδικασία συγγραφής σας; Ξεκινάτε με μια κεντρική ιδέα ή αφήνετε τις ιστορίες να εξελιχθούν φυσικά;
Και τα δύο. Έχω στο μυαλό μου ένα γενικό κόνσεπτ, αρχίζω να το αναπτύσσω και στην πορεία μού έρχονται ιδέες για την εξέλιξή του, για τις λεπτομέρειές του, για τις ατάκες των χαρακτήρων. Τις περισσότερες φορές έχω σκεφτεί το τέλος από πριν αρχίσω να το γράφω. Θα έλεγα ότι, όταν αρχίζω να γράφω το εκάστοτε βιβλίο, έχω στο μυαλό μου την περίληψή του. Ναι, έχω πάντα ένα σχεδιάγραμμα στο μυαλό μου και έχω προαποφασίσει πώς θα εξελιχθεί η ιστορία που θέλω να πω, τουλάχιστον τις περισσότερες φορές.
Ποια
είναι τα κύρια θέματα που θέλατε να εξερευνήσετε μέσα από τις ιστορίες σας και ποια
μηνύματα θέλετε να περάσετε στους αναγνώστες;
Θα
απαντήσω σχετικά με το Εκδίκηση σαν
φωτιά. Σε αυτό το βιβλίο λοιπόν, όπως γράφει και το οπισθόφυλλο σε ένα
σημείο, ήθελα να θίξω θέματα διαφορετικότητας και να προβληματίσω τους
αναγνώστες σχετικά με τις αντιξοότητες που βιώνουν αρκετά συχνά οι άνθρωποι που
φέρουν κάτι το διαφορετικό. Θα προτιμούσα να μην πω ποια μηνύματα θα ήθελα να
περάσω, γιατί νομίζω πως κάτι τέτοιο θα ήταν σαν να δίνω μασημένη τροφή. Εγώ
διηγούμαι κάποιες ιστορίες μέσα από τη φαντασία μου. Το τι θα αποκομίσει ο κάθε
αναγνώστης από αυτές –αν αποκομίσει κάτι– είναι δικό του θέμα και νομίζω πως
δεν εξαρτάται από μένα, αλλά από τις δικές του προσλαμβάνουσες. Για να το πάω
και ένα βήμα παραπέρα, έχω πάψει πια να πιστεύω ότι τα λογοτεχνικά βιβλία
υπάρχουν για να περνάνε νοήματα. Νομίζω πως υπάρχουν για να μας ψυχαγωγούν, να
μας οξύνουν τη σκέψη και να μας πηγαίνουν σε άλλους κόσμους. Εννοείται πως
πάντα εγώ προσωπικά θέλω κάτι να πω μέσα από τα γραφόμενά μου, αλλά προσπαθώ να
μη μου γίνεται αυτοσκοπός κάτι τέτοιο, γιατί νιώθω πως έτσι θα αποκτήσουν έναν
τόνο διδακτικό, πράγμα που δεν επιθυμώ, διότι και εμένα προσωπικά δε μου αρέσει
αυτό το ύφος σε βιβλία άλλων συγγραφέων.
Πώς
καταλήξατε στον τίτλο Εκδίκηση σαν φωτιά;
Τι συμβολίζει για εσάς και πώς συνδέεται με τις ιστορίες του βιβλίου;
Ο τίτλος του βιβλίου δεν είναι ένας
τίτλος-ομπρέλα για τα θέματα όλων των διηγημάτων. Είναι ο τίτλος του ενός από
τα διηγήματα, του δεύτερου κατά σειρά στη συλλογή. Ο λόγος που επέλεξα να
τιτλοφορήσω το έργο μου με τον τίτλο του συγκεκριμένου διηγήματος δεν είναι ότι
το διήγημα αυτό είναι το αγαπημένο μου της συλλογής –δεν έχω αγαπημένο, όλα το
ίδιο τα αγαπάω–, αλλά ότι κατά την άποψή μου είναι ο πιο ελκυστικός τίτλος απ’
όλους.
Έχετε κάποια ιδιαίτερη σχέση με
κάποιον από τους χαρακτήρες που δημιουργήσατε;
Υπάρχει κάποιος που σας αγγίζει
περισσότερο και γιατί;
Από ανθρώπινους χαρακτήρες όχι, δε θα
έλεγα ότι ταυτίζομαι με κανέναν τους, γιατί είναι όλοι πολύ διαφορετικοί από
μένα – πράγμα που δε συμβαίνει συχνά σε έργο μου καθότι συνήθως ταυτίζομαι με
κάποιον χαρακτήρα. Σίγουρα όμως έχω μια ιδιαίτερη αδυναμία στους χαρακτήρες οι
οποίοι είναι κατατρεγμένοι, αδικημένοι και μόνοι, διότι κι εγώ έχω αισθανθεί
έτσι πολλές φορές στη ζωή μου. Θα προτιμούσα να μη δώσω παραδείγματα τέτοιων
χαρακτήρων από τη συλλογή, για να μην κάνω spoiler. Όποιος τη διαβάσει θα
καταλάβει σε ποιους αναφέρομαι. Γενικά προσπαθώ να μην ξεχωρίζω τους χαρακτήρες
μου και να τους κατανοώ όλους, ακόμα και τους κακούς, όπως οφείλει να κάνει
ένας καλός συγγραφέας, αλλά και ένας καλός ηθοποιός, με τους ρόλους που
υποδύεται.
Το πρόσωπο που με αγγίζει περισσότερο από τη συλλογή όμως είναι η σκυλίτσα από το διήγημα Μονάχη στους δρόμους. Μπορεί να μην είναι άνθρωπος, αλλά στο διήγημα αυτό κάνω ανθρωπομορφισμό ενός ζώου. Βάζω δηλαδή τη σκυλίτσα να εκφράζει τις σκέψεις και τα συναισθήματά της σαν να ήταν άνθρωπος. Πρόκειται για ένα σκυλάκι εγκαταλελειμμένο από τα αφεντικά του που έχει απομείνει αδέσποτο. Έχω λοιπόν μια προτίμηση σε αυτό το πλάσμα γιατί κι εγώ έχω νιώσει πολλές φορές μοναξιά, εγκατάλειψη και απόρριψη, γι’ αυτό και συναισθάνομαι τα αδέσποτα σκυλιά. Μέσα από αυτό το διήγημα μιλάω για την απονιά των ανθρώπων προς τα ζώα, συγκεκριμένα προς τα σκυλιά, που είναι οι καλύτεροί μας φίλοι και κατά τη γνώμη μου θα έπρεπε να θεωρούνται ισάξια με εμάς.
Οι ιστορίες σας αγγίζουν ευαίσθητα κοινωνικά θέματα, όπως η διαφορετικότητα και οι κοινωνικές προκαταλήψεις. Πόσο σημαντικό είναι για εσάς να θίγετε τέτοια ζητήματα στη λογοτεχνία;
Πάρα πολύ σημαντικό, αναγκαίο θα έλεγα, γιατί, αν εμείς οι καλλιτέχνες, που κατά γενική ομολογία είμαστε ανοιχτά μυαλά, δε βάλουμε ένα λιθαράκι μέσα από τα έργα μας για την πάταξη των κοινωνικών προκαταλήψεων, τότε ποιος θα το κάνει; Προσωπικά, από τη στιγμή που έχω ένα ταλέντο στη συγγραφή και κατ’ επέκταση τη δυνατότητα να μιλάω μέσα από τα βιβλία μου, θεωρώ χρέος μου να μεταφέρω στους αναγνώστες μου μέσα από τα γραφόμενά μου τις αντιλήψεις μου, οι οποίες είναι υπέρ των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Πιστεύω ότι μια ιστορία που παρουσιάζει ένα κοινωνικό πρόβλημα έχει πολύ μεγαλύτερη ισχύ από μια απλή ανταλλαγή απόψεων. Μόνο αν το κοινωνικό πρόβλημα πάρει σάρκα και οστά μέσα από τη λογοτεχνία θα αποκτήσει οντότητα, αλλιώς μερικοί έχουν την ψευδαίσθηση ότι δεν υφίσταται εδώ στον πλανήτη μας, αλλά σε ένα παράλληλο σύμπαν. Συχνά αισθάνομαι εξοργισμένη, απογοητευμένη και αγανακτισμένη με τους γύρω μου που είτε θα αδιαφορούν παγερά για την αδικία που υφίστανται συνάνθρωποί τους, είτε θα έχουν ξεχάσει τα μυαλά τους στον Μεσαίωνα είτε θα ανοίγουν το στόμα τους για να ξεράσουν χολή για ομάδες ανθρώπων διαιωνίζοντας έτσι τα πιο άθλια στερεότυπα. Το τραγικό είναι ότι υπάρχουν και νέοι άνθρωποι που έχουν τέτοιου είδους αντιλήψεις. Επί παραδείγματι, είναι αδιανόητο για μένα το ότι ακόμα και εν έτει 2024 ένα ομόφυλο ζευγάρι φοβάται να εκδηλώσει δημοσίως τον έρωτά του όπως κάνουν και τα ετερόφυλα ζευγάρια, ότι ακόμα και σήμερα αμφισβητείται από πολλούς το ότι ένα ομόφυλο ζευγάρι μπορεί να μεγαλώσει σωστά ένα παιδάκι που θα υιοθετήσει ή ότι πολλοί γονείς τρέμουν μήπως το παιδί τους βγει ομοφυλόφιλο αντί να τρέμουν μήπως βγει κακός άνθρωπος. Όταν λοιπόν ζω σε μια χώρα τόσο οπισθοδρομική, που οι δικές μου απόψεις είναι μειοψηφικές ενώ υπερασπίζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα, προφανώς και θα νιώσω την ανάγκη να εκφράσω το αυτονόητο μέσα από τη συγγραφή, με σκοπό να ευαισθητοποιήσω όσο περισσότερους γίνεται. Η λογοτεχνία οφείλει να σκύβει πάνω από τα προβλήματα των ανθρώπων, τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες και την ανάγκη όλων μας για ελευθερία, αυτοδιάθεση, ισότητα.
Ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση στη μετάβαση από τη συγγραφή μυθιστορημάτων στη συγγραφή διηγημάτων;
Η λακωνικότητα. Όπως είπα και στην παρουσίαση του βιβλίου, μετά από δύο μυθιστορήματα και μια νουβέλα, έχω συνηθίσει να απλώνομαι συγγραφικά. Ανέκαθεν ήμουν άτομο πληθωρικό αν σκεφτείς ότι είμαι πολύ ομιλητική και ότι στο σχολείο έγραφα πάντα μεγάλες εκθέσεις. Έτσι, όταν άρχισα να γράφω, τα έργα μου έβγαιναν το ένα μεγαλύτερο από το άλλο. Όπως καταλαβαίνετε, μου ήταν αρκετά δύσκολο να συμπυκνώσω μια ιστορία σε όγκο διηγήματος και όχι νουβέλας ή μυθιστορήματος. Μπορεί να ακούγεται παράλογο, αλλά είναι –για μένα τουλάχιστον– δυσκολότερο να γράφω διήγημα παρά μυθιστόρημα. Η δυσκολία του διηγήματος είναι ότι πρέπει να χτίσεις έναν ολόκληρο κόσμο μέσα σε λίγες σελίδες, να αναφέρεις μόνο τα σημαντικά και να παραλείψεις τα δευτερεύοντα, όπως ακριβώς διδαχτήκαμε να κάνουμε περίληψη στο μάθημα της έκθεσης. Πέρα από αυτό όμως, ένα μυθιστόρημα περιλαμβάνει πολλά γεγονότα, οπότε είναι πιο πιθανό να συναρπάσει το κοινό. Στο διήγημα συμβαίνει μόνο ένα γεγονός, και αυτό σημαίνει ότι, προκειμένου αυτό το ένα να συναρπάσει, πρέπει να είναι πολύ δυνατό, καλογραμμένο και με ανατροπή. Με λίγα λόγια, ένα διήγημα δεν έχει το δικαίωμα να κάνει καθόλου κοιλιά. Από την άλλη όμως, το να γράφεις συλλογή διηγημάτων έχει το θετικό ότι είναι πιο πιθανό να αρέσει, καθότι, ακόμα κι αν σε κάποιον δεν αρέσουν όλα τα διηγήματα, το δίχως άλλο κάποια θα του αρέσουν, ενώ, αν σε κάποιον δεν αρέσει το μυθιστόρημα, απορρίπτει ολόκληρο το βιβλίο.
Πώς αντιμετωπίζετε την κριτική των έργων σας και πώς σας επηρεάζει στην περαιτέρω δημιουργία σας;
Ίσως ακουστεί κάπως αλαζονικό, αλλά
δεν επηρεάζομαι πολύ από τις κριτικές. Γράφω αυτό που ευχαριστεί εμένα και, αν
σε κάποιον δεν αρέσει, σέβομαι την άποψή του, αλλά, αν εμένα το δημιούργημά μου
μου είναι αρεστό, δεν τη λαμβάνω σοβαρά υπόψη. Μου αρέσει πάρα πολύ φυσικά να
ακούω κριτικές, γιατί νομίζω πως και οι αρνητικές κριτικές ακόμα δείχνουν ότι
το έργο μου δεν πέρασε απαρατήρητο, αλλά δεν υπακούω απαραίτητα στις
παρατηρήσεις των αναγνωστών.
Για παράδειγμα, αν κάποιος μου πει
ότι το έργο μου του φάνηκε πολύ θλιβερό, δε θα προσπαθήσω να κάνω το επόμενο
πιο χαρούμενο από τη στιγμή που βγαίνει από μέσα μου ξανά κάτι το θλιβερό. Δηλαδή,
ειδικά επί του νοήματος των έργων μου δεν αποδέχομαι την παραμικρή παρέμβαση.
Ως προς τη γλώσσα, πάλι, ίσως δεχτώ παρεμβάσεις. Αν για παράδειγμα κάποιος μου
επισημάνει ότι βάζω υπερβολικά πολλά επίθετα, ναι, αυτό θα το λάβω υπόψη για τα
επόμενα έργα μου. Οι εξελίξεις του βιβλίου όμως είναι καθαρά δικό μου θέμα.
Επίσης, κάποιος μπορεί να παραπονεθεί επειδή αντιπάθησε έναν ήρωα από
τους βασικούς. Σε καμία περίπτωση αυτό δε σημαίνει πως ο χαρακτήρας αυτός θα
έπρεπε να είναι αλλιώς, καθότι, όπως και στη ζωή, έτσι και στα βιβλία, θα
υπάρξουν αντιπαθητικοί χαρακτήρες που δε θα είναι άγγελοι με φωτοστέφανο, και
αυτοί κατά τη γνώμη μου είναι που δίνουν νόημα στο βιβλίο. Δηλαδή, μπορεί
κάποιος να μου πει σαν αρνητικό ότι του έσπασε τα νεύρα ένας χαρακτήρας, αλλά
εγώ θα το εκλάβω σαν θετικό, γιατί αυτό σημαίνει ότι κατάφερα να αγγίξω τον
αναγνώστη έστω και δημιουργώντας του αισθήματα θυμού. Ένα κλασικό αρνητικό
σχόλιο που ακούω είναι ότι όλες οι ηρωίδες μου είναι πανέμορφες. Ναι, είμαι
λάτρισσα του ωραίου και αυτό βγαίνει στα γραπτά μου, οπότε αυτό δεν πρόκειται
να αλλάξει, ό,τι και να μου πουν.
Και το πιο άκυρο πράγμα που ακούω συχνά –και φυσικά δεν του δίνω καμία
σημασία– είναι ότι αυτό που συμβαίνει σε κάποιο έργο μου αποκλείεται να
συνέβαινε στην πραγματικότητα. Πρώτον, πώς μπορεί να ξέρει κανείς τι θα
μπορούσε να συμβεί στην πραγματικότητα; Και δεύτερον, αυτό είναι το ωραίο της
λογοτεχνίας, ότι μπορεί να συμβαίνουν και πράγματα που σπάνια συμβαίνουν στη
ζωή. Αν αυτό που διαβάζεις είναι κάτι που βλέπεις στην καθημερινότητά σου, ενδέχεται
να είναι ανιαρό.
ΟΚ, μην παρεξηγηθώ ότι περιφρονώ τις γνώμες των αναγνωστών. Αντίθετα, τις ακούω με πολλή προσοχή και τους ευγνωμονώ για τον χρόνο που μου αφιερώνουν, απλώς, συνήθως, όταν κάποιος μου λέει ότι θα ήθελε το βιβλίο κάπως αλλιώς, δεν το λαμβάνω υπόψη, γιατί έχω τους λόγους μου για ό,τι γράφω. Εννοείται βέβαια πως, όταν κάποιος μου λέει αγενώς την αρνητική κριτική του κάνοντάς με να νιώσω πως δεν τον ενδιαφέρει να μοιραστεί μαζί μου τη γνώμη του, αλλά απλά να με προσβάλει –πράγμα που ευτυχώς ελάχιστες φορές έχει συμβεί στα τόσα χρόνια που γράφω–, σε αυτήν την περίπτωση, δε δέχομαι να τον ακούσω καν και του λέω να γράψει δικό του έργο για να είναι όπως του αρέσει.
Ποιες είναι οι μεγαλύτερες
λογοτεχνικές σας επιρροές και πώς αυτές διαμόρφωσαν το στυλ και τα θέματα της
γραφής σας;
Ομολογουμένως, για μεγάλο διάστημα της ζωής μου, καθ’ όλη την εφηβεία μου, δε διάβαζα σχεδόν καθόλου βιβλία λόγω του φόρτου εργασίας του σχολείου που δε μου επέτρεπε να πάρω ανάσα. Αλλά και μετά που τέλειωσα το σχολείο, επέλεγα να διαβάζω κυρίως βιβλία της παραλογοτεχνίας, για να χαλαρώνω το μυαλό μου μέσα από αυτά. Πλέον όμως έχω αγαπήσει πολύ το διάβασμα και επιλέγω σύγχρονους Έλληνες συγγραφείς κυρίως. Επί παραδείγματι, λατρεύω τον Αύγουστο Κορτώ. Επιπλέον, διαβάζω αρκετή ποίηση και θεατρικά έργα. Από πιο παλιούς συγγραφείς έχω διαβάσει Άλκη Ζέη, Γρ. Ξενόπουλο, Πηνελόπη Δέλτα. Στη φάση αυτήν διαβάζω το Νησί της Βικτώριας Χίσλοπ. Δεν ξέρω όμως να σας πω με τι τρόπο τα διαβάσματά μου επηρεάζουν τη γραφή μου. Πιστεύω ότι ο κάθε συγγραφέας έχει το προσωπικό του ύφος ανεξαρτήτως διαβασμάτων. Αν επηρεάζομαι από όσα διαβάζω, αυτό γίνεται ασυναίσθητα νομίζω…
Έχετε ήδη κάποια σχέδια για το
επόμενο βιβλίο σας; Ποια θέματα ή είδη θα θέλατε να εξερευνήσετε στο μέλλον;
Το επόμενό μου βιβλίο έχει ήδη γραφτεί. Το ίδιο ισχύει και για το μεθεπόμενο, καθότι η συλλογή διηγημάτων αρχικά περιλάμβανε τον διπλό αριθμό διηγημάτων και, επειδή η συμβουλή του εκδότη ήταν να μην τα στριμώξω όλα μαζί σε μία συλλογή, τα χώρισα σε δύο ομάδες και έπεται να εκδοθεί και η δεύτερη. Επίσης, τελευταία έχω γράψει ένα μυθιστόρημα ακόμα, το οποίο βρίσκεται στη φάση του ελέγχου. Το βιβλίο μου που θα ήθελα να εκδοθεί του χρόνου, αν συμφωνήσουν κι οι εκδότες, έχει ως βασικό του θέμα τη νεανική παραβατικότητα, τον αναρχισμό ως κοσμοαντίληψη και φυσικά τον έρωτα. Αυτό που έγραψα τώρα έχει ως βασικό του θέμα την προδομένη φιλία. Γενικά στα έργα μου βασικά θέματα είναι η φιλία, ο έρωτας, ο ρατσισμός, η διαφορετική κοσμοθεωρία ανάμεσα στα μέλη ενός ζευγαριού, που ενδεχομένως προκαλεί εμπόδια στη σχέση τους, η ερωτική αντιζηλία ανάμεσα σε φίλους… ως προς τα είδη, πέρα από το μυθιστόρημα και το διήγημα, θα με ενδιέφερε να ασχοληθώ και με το παραμύθι.
Πώς επιλέξατε τις ιστορίες που θα
συμπεριλάβετε στη συλλογή; Υπήρχαν κάποιες ιστορίες που έμειναν εκτός και
γιατί;
Έγραψα πάρα πολλές ιστορίες, γιατί δεν ήθελα να βάλω φραγμούς στην έμπνευσή μου. Όλο έλεγα «Στοπ. Δε γράφω άλλα διηγήματα. Αρκετά είναι αυτά», αλλά αργά ή γρήγορα μου ερχόταν έμπνευση για κάτι καινούριο. Γι’ αυτό, ναι, τα διηγήματα ήταν πολύ περισσότερα αρχικά. Μάλιστα, πέρα από τα διηγήματα, είχα γράψει και μερικά κείμενα όπου σχολίαζα με χιούμορ ορισμένες καταστάσεις και διατύπωνα την άποψή μου πάνω σε αυτές. Αυτά τα κείμενα βγήκαν εκτός πρώτα, και μάλλον καλύτερα, διότι ήταν αταίριαστα με το υπόλοιπο σύνολο. Είχα γράψει και ένα παραμύθι, το οποίο μάλιστα ήταν πρώτο στη συλλογή. Σκέφτηκα όμως ότι και αυτό δε θα ταίριαζε με τις υπόλοιπες ιστορίες, γιατί άλλο παραμύθι και άλλο διήγημα. Το παραμύθι αυτό, αν όλα πάνε καλά, θα εκδοθεί κάποια στιγμή σε συλλογή παραμυθιών. Από τα εναπομείναντα διηγήματα επέλεξα να αφαιρέσω πέντε, για διαφορετικούς λόγους το καθένα. Και πάλι όμως έμεναν πολλά οπότε, σε συνεννόηση με τον εκδότη, εκδόθηκαν τώρα τα δώδεκα από αυτά και κάποια στιγμή ευελπιστώ να εκδοθεί και μια συλλογή με τα καλύτερα από τα υπόλοιπα. Η συλλογή με τον τίτλο Εκδίκηση σαν φωτιά περιλαμβάνει κυρίως τα διηγήματα που πραγματεύονται κοινωνικά θέματα, όπως ο ρατσισμός, κατά βάση, ενώ η επόμενη ομάδα διηγημάτων περιλαμβάνει κυρίως αισθηματικά διηγήματα. Για παράδειγμα, τα τρία διηγήματα που αναφέρονται στη ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα περιέχονται όλα στο Εκδίκηση σαν φωτιά. Έτσι, η συλλογή Εκδίκηση σαν φωτιά αποτελεί ένα βιβλίο-ύμνο στην ανθρώπινη ελευθερία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ελεύθερη επιλογή σεξουαλικότητας.
Μία από τις ιστορίες αναφέρεται
στη διαφορετικότητα και την κατακραυγή της κοινωνίας. Τι ελπίζετε να
αποκομίσουν οι αναγνώστες από αυτήν την ιστορία;
Πέντε ιστορίες αναφέρονται στο θέμα
αυτό, όχι μόνο μία, η καθεμία με διαφορετικό τρόπο. Δεν ξέρω εσείς στην παρούσα
ερώτηση σε ποια από αυτές αναφέρεστε. Σε όποια και να αναφέρεστε, ελπίζω οι
αναγνώστες να αποκομίσουν το αυτονόητο: ότι υπάρχουν άνθρωποι που βασανίζονται,
καταπιέζονται και στερούνται βασικά δικαιώματα όσο υπάρχουν ορισμένοι που δε
σέβονται τη διαφορετικότητά τους. Άρα, δεν τιμά κανέναν το να είναι στενόμυαλος
διαιωνίζοντας μια σειρά σάπιων στερεοτύπων που προσβάλλουν ορισμένες ομάδες
ανθρώπων, αλλά και εμάς που συμπάσχουμε με την αδικία που υφίστανται οι ομάδες
αυτές. Με άλλα λόγια, πλέον, εν έτει 2024, δεν είναι αποδεκτές κάποιες απόψεις,
γιατί είναι τοξικές, οπότε όσοι τις έχουν καλύτερα να τις κρατάνε για τον εαυτό
τους αν δεν μπορούν να αναθεωρήσουν. Μέσα από τις ιστορίες μου δείχνω όσο
καλύτερα μπορώ πόσο βλάπτουν οι απόψεις αυτές ανθρώπινες ζωές. Ελπίζω μέσα από
αυτές ο αναγνώστης να αποκτήσει πιο ανεπτυγμένη ενσυναίσθηση, να γίνει πιο
ανοιχτόμυαλος και πιο ανεκτικός.
Αν διαβάσει αυτές τις ιστορίες ένας
άνθρωπος που τυγχάνει ο ίδιος ιδιαίτερος, τότε θέλω μέσα από αυτές να του πω να
έχει ψηλά το κεφάλι ό,τι και να γίνει, να ζει κανονικά τη ζωή του αψηφώντας τα
λόγια των κομπλεξικών ατόμων και να μην κάνει σε κανέναν τη χάρη να ντρέπεται
για αυτό που είναι, να νιώθει ενοχικά ή να απολογείται, αντίθετα να είναι
περήφανος για τον εαυτό του.
Ειλικρινά λυπάμαι που ένιωσα την ανάγκη να τα εκφράσω όλα αυτά μέσα από τη συγγραφή και δεν ήταν ήδη δεδομένα για όλους, τουλάχιστον για όλους τους νέους ανθρώπους. Από τη στιγμή όμως που ορισμένοι ζουν στον Μεσαίωνα, που είναι απαίδευτοι και που δεν έχουν ίχνος ανθρωπισμού μέσα τους, θεώρησα χρέος μου να συμβάλω όσο μπορώ στην πάταξη του ρατσισμού, των στερεοτύπων και των κοινωνικών προκαταλήψεων.
Οι ιστορίες σας περιέχουν
ανατροπές και έντονα συναισθήματα. Πόσο σημαντικό είναι για εσάς να κρατάτε τον
αναγνώστη σε αγωνία;
H αλήθεια είναι πως δεν κάνω εσκεμμένα κάτι τέτοιο. Μου βγαίνει αυθόρμητα. Χαίρομαι όμως πάρα πολύ αν αυτό συμβαίνει, όπως λέτε, γιατί πιστεύω ότι αυτό είναι το άλφα και το ωμέγα σε ένα βιβλίο, να κρατά δηλαδή τον αναγνώστη σε αγωνία και να τον κάνει να θέλει να γυρίσει σελίδα, οπότε είναι τρομερά σημαντικό για μένα κάτι τέτοιο και σας ευχαριστώ θερμά που μου λέτε ότι το καταφέρνω! Όσο για τα έντονα συναισθήματα, προφανώς και υπάρχουν σε κάθε μου πόνημα, καθότι είμαι άτομο που βιώνει πάντα πολύ έντονα το κάθε του συναίσθημα, είτε αρνητικό είτε θετικό, οπότε αυτό βγαίνει στα γραφόμενά μου. Είναι και αυτό πολύ σημαντικό για μένα, διότι μέσα από τις περιγραφές συναισθημάτων –οι οποίες πρέπει να πω ότι είναι από τα πολύ δύσκολα κομμάτια της συγγραφής για μένα, καθότι πολλές φορές δε μου είναι εύκολο να βρω τις κατάλληλες λέξεις για να τα περιγράψω– κάνω τον αναγνώστη να ταυτιστεί με τον ήρωα μέσα από την εξερεύνηση του συναισθηματικού του κόσμου.
Πώς οι προσωπικές σας εμπειρίες
έχουν επηρεάσει τις ιστορίες που γράφετε; Υπάρχει κάποια ιστορία που να είναι
ιδιαίτερα προσωπική;
Δε θα έλεγα ότι επηρεάζομαι τόσο από τις προσωπικές μου εμπειρίες. Δε μου αρέσει γενικά να γράφω αυτοβιογραφικά. Μου βγαίνει καλύτερα να γράφω ιστορίες που πηγάζουν από τη φαντασία μου. Αφενός, νιώθω μια συστολή να γράψω ιστορίες βγαλμένες από τη ζωή μου και κατά συνέπεια να μοιραστώ προσωπικές μου εμπειρίες με τον κάθε αναγνώστη και, αφετέρου, δε ζω καμιά ιντριγκαδόρικη ζωή που να αξίζει να καταγραφεί. Άσε που, αν έγραφα αυτοβιογραφικά, θα αμφισβητούσα το ταλέντο μου στη συγγραφή, γιατί νομίζω πως η φαντασία, η ικανότητα επινόησης ιστοριών και η δυνατότητα κατανόησης εντελώς διαφορετικών από εμάς χαρακτήρων είναι βασικές δεξιότητες που οφείλει να έχει ένας συγγραφέας. Αν κάποιος γράφει ιστορίες μέσα από τη ζωή του, ουσιαστικά γράφει ημερολόγιο κατά τη γνώμη μου και όχι μυθοπλασία. Έτσι, ακόμα κι όταν παίρνω μια ιδέα από τη ζωή μου, φροντίζω να τη μεταποιήσω όσο περισσότερο γίνεται αναμειγνύοντάς την με φανταστικά στοιχεία. Το μόνο διήγημα που θα έλεγα πως περιγράφω σε αυτό ένα κομμάτι από τη ζωή μου είναι το διήγημα Γενέθλια, το τρίτο κατά σειρά στη συλλογή. Και πάλι όμως είναι εντελώς αλλαγμένο. Καταρχήν, είμαι γυναίκα ενώ οι ήρωες του συγκεκριμένου διηγήματος είναι άντρες. Έχει επίσης εντελώς διαφορετική εξέλιξη απ’ ό,τι είχε η δική μου ιστορία. Ουσιαστικά το μόνο που έχω βάλει από την προσωπική μου εμπειρία ατόφιο στο διήγημα είναι ο τσακωμός των δύο φίλων. Όλο το υπόλοιπο είναι αποκύημα της φαντασίας μου.
Ποιες ήταν οι πρώτες αντιδράσεις των αναγνωστών στη συλλογή σας και πώς σας έκαναν να νιώσετε;
Είναι λίγο δύσκολη αυτή η ερώτηση, διότι μιλάμε για συλλογή διηγημάτων, οπότε για κάθε διήγημα έλαβα διαφορετικές κριτικές. Πέρα από αυτό όμως, η συλλογή μόλις κυκλοφόρησε και αγοράστηκε, οπότε δεν έχω προλάβει να δω και πολλές αντιδράσεις. Από τις λίγες που έχω δει θα πω ότι ποικίλλουν ανάλογα το διήγημα. Άκουσα πολύ θετικά σχόλια για τα διηγήματα: Τα δύο Αρ, Εκδίκηση σαν φωτιά, Το μαγικό φιλί, Πόθος όπως κλοπή, Έρωτας, ένα μαγικό ραβδί. Ομολογουμένως δεν έλαβα τόσο θετικές αντιδράσεις για τα διηγήματα που άφησα εκτός, γεγονός που έπαιξε ρόλο στην απόφασή μου να μην τα συμπεριλάβω εν τέλει. Για παράδειγμα, διάβασε ένα διήγημα που πραγματευόταν την παιδοφιλία μια καθηγήτριά μου και μου είπε ότι την τάραξε και δεν άντεξε να το διαβάσει όλο, οπότε, από το περιστατικό αυτό, συμπέρανα ότι έπραξα ορθώς που το άφησα εκτός συλλογής.
Το διήγημα που έγινε δεκτό από όλους με ενθουσιασμό ήταν το Μονάχη στους δρόμους. Η καλύτερή μου φίλη, παρόλο που δε λατρεύει τα σκυλιά όσο εγώ και που μάλιστα τα φοβάται και λίγο, έβαλε τα κλάματα από συγκίνηση διαβάζοντάς το. Την είδα με τα μάτια μου να κλαίει γιατί ήμασταν μαζί διακοπές όταν το διάβαζε. Γενικώς θυμάμαι πολύ κόσμο να μου είπε πως συγκινήθηκε βαθιά από το διήγημα αυτό. Στην παρουσίαση μάλιστα όπου διαβάστηκαν αποσπάσματά του, μου είπαν ορισμένα άτομα ότι ταυτίστηκαν με το σκυλάκι.
Προφανώς όλο αυτό με κάνει να
αισθάνομαι υπέροχα, γιατί νιώθω ότι πετυχαίνω τον στόχο μου, που είναι να
συγκινήσω το αναγνωστικό μου κοινό, να του δημιουργήσω συναισθήματα, να του
διακινήσω κάτι μέσα από τα γραφόμενά μου. Μέσα από το συγκεκριμένο διήγημα
μάλιστα ήθελα να πω κάποια πράγματα πολύ σημαντικά για μένα, να περάσω ένα
μήνυμα: ότι, από τη στιγμή που οι τετράποδοι φίλοι μας αισθάνονται όπως εμείς,
το να τους αντιμετωπίζει κανείς με απονιά, με περιφρόνηση ή να είναι βίαιος
απέναντί τους –δυστυχώς έχουμε δει αρκετά περιστατικά με κακοποιήσεις σκύλων
τελευταία– είναι το ίδιο με το να φέρεται έτσι σε έναν άνθρωπο. Ξέρω ότι είπα
σε προηγούμενη ερώτηση ότι δε μου αρέσει να επισημαίνω τα νοήματα που στοχεύω
να περάσω μέσα από τα δημιουργήματά μου, αλλά το συγκεκριμένο το πιστεύω πολύ
βαθιά και ένιωσα την ανάγκη να το εκφράσω, καθότι αγαπάω πάρα πολύ τα ζώα και
πονάει η ψυχή μου όταν σκέφτομαι ότι ορισμένοι δεν τα σέβονται, δεν τα
υπολογίζουν, ενώ μερικοί άλλοι, που ας μη χαρακτηρίσω καλύτερα, τα δολοφονούν δηλητηριάζοντάς
τα. Έτσι, το ότι το διήγημα Μονάχη στους
δρόμους συγκίνησε τόσο μου δείχνει πως καταφέρνω να μεταφέρω στους
αναγνώστες κάποιες αξίες που έχω βαθιά ριζωμένες μέσα στην ψυχή μου, όπως είναι
ο σεβασμός προς τα ζώα.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου