Τεύκρος Μιχαηλίδης: "Όταν σχεδιάζω και γράφω τις ιστορίες μου έχω την αυταπάτη ότι δημιουργώ πρόσωπα και περιστατικά εκ του μηδενός".
Η ιστορία ξεκινά με την έντονη περιγραφή μιας απώλειας. Πώς αυτή η σκηνή θέτει τον τόνο για την υπόλοιπη πλοκή του βιβλίου;
Αν επιχειρούσα να προσδιορίσω το κεντρικό θέμα του μυθιστορήματος θα έλεγα ότι είναι το δίπολο «προσδοκία – διάψευση». Αυτό το δίπολο κυριαρχεί παντού: στην πανηγυριώτικη αφέλεια της Μπελ Επόκ στην Ευρώπη, στα μεγαλοϊδεατικά οράματα της Ελλάδας, στην αισιοδοξία όσων υπηρετούν την μαθηματική επιστήμη στις αρχές του εικοστού αιώνα· κυριαρχεί επίσης στα σχέδια και τη δράση των ηρώων της ιστορίας. Θα χαρακτήριζα την φορτισμένη περιγραφή της απώλειας με την οποία αρχίζει η αφήγηση ως ένα είδος προϊδεασμού.
Τα μαθηματικά παίζουν κεντρικό ρόλο στην αφήγηση. Πώς επιλέξατε να ενσωματώσετε τα μαθηματικά ως μέσο εξιστόρησης και διερεύνησης της ιστορίας;
Ο ρόλος των μαθηματικών σε αυτή την ιστορία είναι διπλός. Από τη μια μεριά συμβάλουν στη δημιουργία του φόντου, στη δόμηση του πλαισίου μέσα στο οποίο κινείται ο μύθος. Οι μαθηματικές συζητήσεις των ηρώων με τον Πικάσο, οι αντίστοιχοι διάλογοι μέσα σε καμπαρέ, καφενεία, βεγγέρες, ακόμα και σε οίκους ανοχής εξυπηρετούν το χωροχρονικό στίγμα που θέλησα να δώσω στην αφήγηση. Από την άλλη – και αυτό είναι ίσως το πιο σημαντικό – το μαθηματικό πρόβλημα που απασχολεί τους πρωταγωνιστές μας αποτελεί τη βασική προϋπόθεση για την εξέλιξη της αστυνομικής πλοκής. Πάνω σε αυτό όμως δεν θα έπρεπε να δώσω περισσότερες λεπτομέρειες.
Ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση στο να συνδυάσετε τη μαθηματική σκέψη με το μυθιστορηματικό ύφος;
Προσπάθησα – οι αναγνώστες θα κρίνουν αν τα κατάφερα – ν’ αποφύγω τον διδακτισμό. Δεν ήθελα να δημιουργήσω μια «προσχηματική» μυθοπλασία, μια «πραγματεία» καμουφλαρισμένη πίσω από ένα αστυνομικό αφήγημα. Ήθελα η μαθηματική σκέψη να αποτελέσει την κινούσα δύναμη, το εργαλείο που στηρίζει και εξελίσσει την πλοκή. Ο κύριος κορμός της αφήγησης είναι εμπλουτισμένος με μικρές ιστορίες και πραγματολογικά στοιχεία που ήθελα να την διανθίζουν και να την ελαφρύνουν. Ο μεγάλος κίνδυνος ήταν μήπως αυτά τα παρακλάδια πνίξουν τον κύριο κορμό. Ελπίζω να το απέφυγα.
Η φιλία μεταξύ του αφηγητή και του Στέφανου φαίνεται να είναι πυρήνας της ιστορίας. Πώς αναπτύξατε τη σχέση αυτή μέσα στο βιβλίο;
Θέλησα από την πρώτη στιγμή να δείξω πόσο διαφορετικοί άνθρωποι ήταν ο Στέφανος και ο Μιχαήλ, υπογραμμίζοντας όλες τις βασικές τους αντιθέσεις. Επιδίωξή μου ήταν να παρακινήσω τον αναγνώστη ν’ αναζητήσει την ουσία της φιλίας ανάμεσα σε δυο τόσο διαφορετικούς ανθρώπους.
Ποια στοιχεία της προσωπικότητας του Στέφανου θέλατε να αναδείξετε μέσα από τον θάνατό του και την έρευνα που ακολουθεί;
Ίσως θα ήταν προτιμότερο ν’ αφήσουμε τον αναγνώστη ν’ ανακαλύψει μόνος του τα στοιχεία που κρίνει ως σημαντικότερα στον χαρακτήρα καθενός από τους δυο ήρωες. Στην εικοσάχρονη πορεία που είχε αυτό το βιβλίο είχα την ευκαιρία να διαπιστώσω ότι ο κάθε άνθρωπος εντοπίζει διαφορετικά «κύρια» στοιχεία, βασισμένος στις δικές του προσλαμβάνουσες παραστάσεις και στους προσωπικούς του στοχασμούς. Κι αυτό ενισχύει την άποψη ότι διαβάζοντας ένα βιβλίο, ο αναγνώστης στην ουσία το ξαναγράφει.
Πώς επηρεάζουν τα ιστορικά και φιλοσοφικά στοιχεία της εποχής του Πυθαγόρα την εξέλιξη της πλοκής;
Το μυθιστόρημα εξιστορεί δυο Πυθαγόρεια εγκλήματα. Ένα στην αρχαιότητα κι ένα στις αρχές του εικοστού αιώνα. Η σύγκριση και ο αναστοχασμός πάνω στα κίνητρα και τις συνέπειες των δυο εγκλημάτων είναι, κατά την γνώμη μου, η ουσία της πλοκής.
Η αστυνομική πλοκή συνδέεται άμεσα με τις προσωπικές εμπειρίες και τις φιλοσοφικές αναζητήσεις των ηρώων. Πώς πετύχατε αυτή την ισορροπία;
Θα έλεγα ότι οι φιλοσοφικές πεποιθήσεις των δυο ηρώων αποτελούν το δίπολο στο οποίο βασίζεται η πλοκή, όπως ακριβώς η διαφορά δυναμικού αποτελεί την προϋπόθεση για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.
Ποιο είναι το βασικό μήνυμα που θέλετε να μεταφέρετε στους αναγνώστες μέσα από την ιστορία αυτή;
Σε κανένα βιβλίο μου, πόσο μάλλον στα Πυθαγόρεια Εγκλήματα που ήταν το πρώτο μου δεν είχα ως ωστόσο να μεταφέρω κάποιο μήνυμα. Εγώ ήθελα απλώς να διηγηθώ μια ιστορία, να ζήσω, συμμετέχοντας στις περιπέτειες των ηρώων μου, μέσα σε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα εποχή και ν’ αλληλοεπιδράσω με πολύ σημαντικά πρόσωπά. Ίσως αυτό βοήθησε τους αναγνώστες να λάβουν, η καθεμιά και ο καθένας τους, τα μηνύματα που ήταν έτοιμοι να λάβουν.
Αναφέρετε συχνά στο βιβλίο έννοιες όπως η φιλία, η απώλεια και η αναζήτηση νοήματος. Πώς αυτά συνδέονται με τη μαθηματική λογική που διέπει την αφήγηση;
Ο Αριστοτέλης τονίζει ότι οι Πυθαγόρειοι δεν πίστευαν ότι όλα έχουν αριθμό αλλά ότι όλα είναι αριθμός: η φιλία, η αγάπη, η απώλεια. Πιστεύω ωστόσο ότι η προσήλωση στη λογική δεν σημαίνει αποκλεισμό του συναισθήματος. Λογική και συναίσθημα διεξάγουν μια διαρκή πάλη στην οποία κανένα δεν επικρατεί οριστικά. Και όταν κάποιο από τα δυο επικρατήσει προσωρινά… ε τότε έχουμε ένα αστυνομικό μυθιστόρημα.
Υπάρχει κάποιος χαρακτήρας ή στοιχείο της ιστορίας που προέρχεται από προσωπικές σας εμπειρίες ή φιλοσοφικές ανησυχίες;
Όταν σχεδιάζω και γράφω τις ιστορίες μου έχω την αυταπάτη ότι δημιουργώ πρόσωπα και περιστατικά «εκ του μηδενός». Όταν τις ξαναδιαβάζω διακρίνω στοιχεία από τις προσωπικές μου εμπειρίες και ανησυχίες που έχουν διεισδύσει στα αφηγήματά μου χωρίς να το αντιληφθώ. Κι αν δεν το διαπιστώσω από μόνος μου, υπάρχουν αρκετοί αναγνώστες που με γνωρίζουν προσωπικά και που σπεύδουν να μου το υποδείξουν.
Της Αλεξίας Βλάρα, 29/1/2025
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου