Γεωργία Δεληγιαννοπούλου: "Τον ρόλο του κριτή θα τον έχουν μόνο ο θεατές, στην προκειμένη περίπτωση, γιατί στο κείμενο της Γιουρσενάρ οι θεατές είναι και οι σκηνικοί -εν δυνάμει- δικαστές της".
Η Κλυταιμνήστρα είναι μια από τις πιο δυνατές και αμφιλεγόμενες μορφές της ελληνικής μυθολογίας. Πώς προσεγγίσατε αυτόν τον χαρακτήρα στην παράσταση;
Θύτης η θύμα, ή και τα δυο, πράγματι η Κλυταιμνήστρα είναι ταυτόχρονα ένα πολλαπλά επικίνδυνο και γοητευτικό ον, από τις πιο ενδιαφέρουσες προσωπικότητες της παγκόσμιας δραματουργίας. Με δέος την προσέγγισα, με απορία και θαυμασμό. Προσπάθησα να την καταλάβω, να κατανοήσω τα κίνητρά της και να βρω το δίκιο της. Να βρω και να αφήσω αδέσποτες τις αντιφάσεις της. Κάποιες φορές έπιανα τον εαυτό μου να την κρίνει, να την επιτιμά, να τη θεωρεί «θηρίο» (ξέρω ότι αυτό είναι λάθος, γιατί για να συναντηθείς με ένα ρόλο δεν σου επιτρέπεται να τον κρίνεις, ούτε να τον περιχαρακώσεις σε ένα χαρακτηρισμό, χρειάζεται μόνο να τον υποστηρίξεις ολοκληρωτικά). Παρατηρούσα λοιπόν τις αντιστάσεις των ηθικών μου ορίων κι είδα ότι έπρεπε να τα αψηφήσω όλα. Άρχισα να ψαχουλεύω μέσα μου χώρο για να βρω τα εργαλεία να την υποδεχτώ. Να ντύσω σκηνικά την αλήθεια της, την αρχοντική της έπαρση, την αξιοπρέπεια, τα τραύματα, την αγωνία, τη ζήλεια, την παραφορά, τη συντριβή. Να υπερασπιστώ το τσεκούρι της κι ό,τι με ξεπερνά σαν βίωμα να το φανταστώ και να το κατασκευάσω.
Σίγουρα δεν μπορώ να την κρίνω. Τον ρόλο του κριτή θα τον έχουν μόνο ο θεατές, στην προκειμένη περίπτωση, γιατί στο κείμενο της Γιουρσενάρ οι θεατές είναι και οι σκηνικοί -εν δυνάμει- δικαστές της.
Η παράσταση «Το αίμα των ίσκιων» τοποθετεί την Κλυταιμνήστρα και την Ιφιγένεια σε μια άχρονη συνάντηση. Πώς βιώνετε στη σκηνή τη σχέση μεταξύ αυτών των δύο γυναικών;
Ήταν ιδέα του Μανώλη Γιούργου αυτή η συνάντηση. Κι έπρεπε να την «κατασκευάσουμε», εφευρίσκοντας μία σχέση μητέρας – κόρης που εμπεριέχει μέσα της τη ματαίωση αλλά και τη συμφιλίωση με το ανεπανόρθωτο και το χρόνο. Αυτή η συνάντηση στηρίχτηκε υποκριτικά και σκηνικά σε μια φράση της Ιφιγένειας: «Με την πλάτη στον τοίχο ήμουνα…». Ιέρεια στο Ναό της Βραυρωνίας Αρτέμιδος πλέον η Ιφιγένεια της Ευγενίας Φακίνου, που στη σκηνή του Ιδιόμελου τη ζωντανεύει η Έβη Βασιλειάδη, αναστοχάζεται τη ζωή της και συναντιέται με την μητέρα της που κι αυτή γεννήθηκε και έζησε «με την πλάτη στον τοίχο», σε μία εκ των προτέρων προκαθορισμένη ζωή (Από τους προγόνους; Από τους θεούς; Ποιος ξέρει). Με συμπόνοια και αποδοχή οι δύο γυναίκες αλληλοαναγνωρίζονται, χωρίς να μπορούν σε τίποτα να αλλάξουν τα παρελθόντα δεινά. Ωστόσο, ο αφουγκρασμός των βασάνων τους και αυτή η αλληλοαναγνώριση είναι κάτι. Είναι ίσως η κατανόηση της γυναικείας τους μοίρας; Του πεπρωμένου; Σίγουρα είναι μια χειρονομία καρδιάς. Επιτέλους, μητέρα και κόρη συναντιούνται στο άχρονο και -με ενήλικη σοφία- ομονοούν.
Ο ρόλος σας απαιτεί να «εκτίθεστε στο φως» μπροστά σε ένα θεατρικό δικαστήριο. Τι συναισθήματα σας γεννά αυτή η ιδέα και πώς επηρεάζει την ερμηνεία σας;
Πράγματι, σε αυτή την «δίκη» η Κλυταιμνήστρα δεν προσέρχεται απολογούμενη. Όπως το λέτε, έρχεται με την πρόθεση όχι μόνο οι πράξεις της αλλά και τα κίνητρά της «να εκτεθούν σε άπλετο φως». Αυτό την ενδιαφέρει, το «άπλετο φως» κι όχι το υποθετικό ενδεχόμενο μιας αθώωσης. Ούτε η καταδίκη. Γιατί η Κλυταιμνήστρα της Γιουρσενάρ, συγγένισσα του Ντοστογιέφσκι και του Καμύ, μπολιάζει τον τραγικό μύθο με κάτι από την αγωνία του Σίσυφου: κουβαλάμε παράλογα την πέτρα μιας μοίρας που συνεχώς κατρακυλάει. Αυτό «εκθέτει». Ώστε να αντιληφθούμε όλοι, ένοχοι και αθώοι, την κοινή μοίρα: «Ποτέ δεν σωζόμαστε. Όλα ξαναρχίζουν πάντα», εξηγεί στους κριτές της.… Ζούμε σε ένα σύμπαν χωρίς κάθαρση.
Ποιες προκλήσεις αντιμετωπίσατε κατά την προετοιμασία αυτού του ρόλου; Υπήρξαν πτυχές της Κλυταιμνήστρας που σας δυσκόλεψαν να κατανοήσετε ή να αποδώσετε;
Μεγάλη πρόκληση είναι το πώς σηκώνεις ένα τσεκούρι για να ανοίξεις ένα κρανίο. Το πώς φτάνει κανείς στο φόνο είναι ένα πολύ σκοτεινό αίνιγμα, που οι φονιάδες ποτέ δεν αποκαλύπτουν, ακόμα κι όταν ομολογούν το έγκλημά τους. Μπορώ να πω ότι η στιγμή της θανάτωσης του Αγαμέμνονα, «αυτού του ανθρώπου» (η Κλυταιμνήστρα ποτέ δεν τον αποκαλεί με το όνομά του), με δυσκόλεψε πολύ. Έπρεπε να αναζητήσω δικούς μου μυστικούς κώδικες, να βρω δικούς μου σπόρους άνευ ορίων οργής και να τους σύρω μέχρι τα ακρότατα σύνορα του δέους. Ίσως για να διδαχτώ εγώ η ίδια το προγονικό σκοτάδι που το κουβαλάμε στο κύτταρό μας από την εποχή του πρωταρχικού φόνου, ίσως για να ανοίξω ένα ερμάριο του συλλογικού σκοτεινού ανθρώπου του οποίου είμαι κι εγώ κοινωνός. Μάλλον αγαπώ το θέατρο γι’ αυτό ακριβώς: γιατί με άγριο τρόπο με διδάσκει ανθρωπιά και βιωμένη κατανόηση του Απάνθρωπου.
Ο Μανώλης Γιούργος ανέλαβε τη σκηνοθεσία, τη σκηνογραφία και τη μουσική επιμέλεια της παράστασης. Πώς επηρέασε αυτή η ολοκληρωμένη καλλιτεχνική του προσέγγιση τη δική σας ερμηνεία;
Με τον Μανώλη έχουμε κοινούς κώδικες και επιπλέον είκοσι τέσσερα χρόνια συνύπαρξης. Επέλεξε δύο κείμενα πολύ διαφορετικά μεν αλλά με κάποια κοινά χαρακτηριστικά. Και ο δύο γυναίκες έχουν κοινή μοίρα, υποτάσσονται στην πατριαρχία. Έπρεπε να τα ερευνήσουμε όμως πρακτικά και βιωματικά από κοινού. Μαζί και με την Έβη Βασιλειάδη, κάναμε πολύωρες συζητήσεις, «δουλειά γραφείου», όπως λέμε, για να επιλύσουμε τις πολλές σκηνικές δυσκολίες και να φωτίσουμε τους χαρακτήρες. Αρκετά στοιχεία της παράστασης είναι παραγόμενο αυτής της συνεργασίας. Ο Μανώλης μας δίνει την ερμηνευτική κατεύθυνση, μας καθοδηγεί με εξονυχιστική ακρίβεια, αλλά συγχρόνως κι οι τρεις μαζί διερευνούμε και συζητούμε ισότιμα τα διάφορα θέματα που προκύπτουν, τόσο υποκριτικά, όσο και σκηνογραφικά και μουσικά. Ευφρόσυνη διαδικασία!
Οι μύθοι έχουν κεντρική θέση στην παράσταση. Τι πιστεύετε ότι έχουν να μας πουν σήμερα οι μυκηναϊκοί μύθοι, όπως αυτοί της Κλυταιμνήστρας και της Ιφιγένειας;
Μακάρι κάποια στιγμή η ανθρωπότητα να φτάσει στο σημείο να έχει ξεπεράσει την Τραγωδία και τις αρχέτυπες μορφές της. Απέχει πολύ όμως. Έχουν πολλά να πουν οι μύθοι. Ακόμα άλλωστε συνεχώς θυσιάζονται Ιφιγένειες:
«Ποτέ δεν σωζόμαστε» κι «όλα ξαναρχίζουν πάντα».
Μία Ιφιγένεια που ξέρω θυσιάστηκε στα Τέμπη… Κι ακόμα η Κάθαρση εκκρεμεί…
Ο ρόλος των θεατών ως δικαστών της Κλυταιμνήστρας είναι πολύ ενδιαφέρων. Πώς αντιλαμβάνεστε την αλληλεπίδραση του έργου με το κοινό;
Προκλητικά περήφανη η Κλυταιμνήστρα απέναντι στους κριτές της. Απαξιώνει την κρίση τους αρχής εξ αρχής αλλά συνάμα τους προσκαλεί να εμβαθύνουν στην ανθρώπινη αντινομία, χρησιμοποιώντας σαν όργανο μελέτης τον ίδιο τον εαυτό της. Εντέλει, προκαλεί τους θεατές, που έχουν κι αυτοί τις δικές τους «εγκληματικές σκέψεις και ανομολόγητες επιθυμίες», να συμπορευτούν μαζί της δι’ ελέου και φόβου και να γίνουν μαζί «συνείδηση» και «κραυγή». Κοινωνοί και συμμέτοχοι του Τραγικού.
Τι συναισθήματα θα θέλατε να αφήσετε στους θεατές μετά την ολοκλήρωση της παράστασης;
Θα ήθελα να φύγουν και να μείνει κάτι από την παράσταση μέσα τους… Έστω για λίγο. Να πάρουν κάτι μαζί τους, εντός. Και ίσως να καθρεφτιστούν στην Κλυταιμνήστρα και την Ιφιγένεια. Να δονηθούν. Δεν πιστεύω ότι μπορεί μια παράσταση να αλλάξει τη ζωή σου, μπορεί όμως με τη δόνησή της, αν έχει, να σε φέρει σε επαφή με το δέος, «τη σκοτεινή ρίζα της κραυγής». Το δέος ίσως μπορεί να σε μεταμορφώσει. Γιατί το θέατρο μιλάει στα πολύ βαθιά φυλλώματά μας.
Αυτό θα ήθελα!
Η θεατρική σας πορεία περιλαμβάνει πληθώρα σημαντικών ρόλων. Τι σας προσέλκυσε στο συγκεκριμένο έργο;
Δεν ισχύει αυτό. Είναι μικρός ο δρόμος μου στο θέατρο. Έχω παίξει ελάχιστα, κυρίως σε παραστάσεις στο Ιδιόμελο. Αλλά διδάσκω θέατρο και γράφω θέατρο για παιδιά από την πρώτη νιότη μου. Αυτό με κράτησε θεατρικά ζωντανή. Το πρόσωπο της Κλυταιμνήστρας, αλλά και πιο ειδικά, στην προκειμένη περίπτωση, η Κλυταιμνήστρα της Γιουρσενάρ, μου γεννά μεγάλη συγκίνηση, από τότε που πρωτοήρθα σε επαφή με το κείμενο. Έχει όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του αρχετυπικού τραγικού ρόλου, αλλά διαθέτει και την συντετριμμένη ειλικρίνεια μιας σύγχρονης γυναίκας που έχει εξερευνήσει τα έγκατα. Έστω σαν παγιδευμένη φιλόσοφος…
Ποια είναι η σχέση σας με την αρχαία ελληνική τραγωδία και πώς συγκρίνετε την εμπειρία αυτή με άλλους ρόλους σας;
Αγαπώ τη διδασκαλία. Δίδαξα πολλά χρόνια σαν φιλόλογος. Η Τραγωδία είναι κατεξοχήν διδασκαλία και πάντα σε αυτήν αναζητώ λόγο όταν ο κόσμος γίνεται άλογος. Με συντροφεύει ο τραγικός λόγος. Αγαπώ επίσης ιδιαίτερα το λόγο του Παπαδιαμάντη κι είχα τη χαρά να μιλήσω το λόγο του σε παραστάσεις στο Ιδιόμελο. Η Τραγωδία κι ο Παπαδιαμάντης είναι για μένα πιστοί σύντροφοι.
Ποιο είναι το μεγαλύτερο μάθημα που έχετε αποκομίσει από το θέατρο ως ηθοποιός αλλά και ως άνθρωπος;
Μόνο εραστής της τέχνης μπορώ να είμαι. Και μόνο σαν εραστής της ζωής μπορώ να ζω, δεν έχω ζωή εξ επαγγέλματος. Δεν μπορώ να αποδώσω ταυτότητα στον εαυτό μου ότι είμαι ηθοποιός ή δασκάλα, ή οτιδήποτε άλλο. Για να αντέχω το βάρος της ύπαρξης οικοδομώ εράσμιες στιγμές, στην τέχνη και στη ζωή. Τίποτα άλλο. Η μέθεξη του θεάτρου όμως είναι μια απαντοχή…
Υπάρχει κάποιος ρόλος ή θεατρικό έργο που ονειρεύεστε να υποδυθείτε στο μέλλον;
Δεν ξέρω να απαντήσω σε αυτή την ερώτηση. Είμαι απελπιστικά ερασιτέχνης για τέτοιου είδους προγραμματισμό…
Πώς βλέπετε την εξέλιξη του θεάτρου σήμερα και τη θέση του σε μια εποχή γεμάτη τεχνολογικές προκλήσεις και κοινωνικές αλλαγές;
Το ότι υπάρχουν τόσες θεατρικές ομάδες και τόσες θεατρικές παραστάσεις θεωρώ ότι είναι αξιοσημείωτο και πολύ ελπιδοφόρο. Μικρές, μεγάλες ομάδες, δεν έχει σημασία. Το θέατρο παράγει αντισώματα παιδείας! Είναι σαν ένα είδος αντίταξης, μέσα σ’ ένα ζοφερό περιβάλλον «ανάπτυξης», με την αγωνία της επιβίωσης, τη διογκούμενη κοινωνική ανισότητα, την προπαγάνδα της εικονικής ευημερίας, την τρομολαγνία, και τόσα άλλα. Στον αντίποδα: το ζωντανό σώμα που πάλλεται, η ανθρώπινη ενέργεια, η αυτενέργεια, η φαντασία, η δημιουργία, τα φευγαλέα υλικά του ονείρου, όλο αυτό το τίποτα που το κάνουμε θέατρο και μετά χάνεται.
Της Αλεξίας Βλάρα, 29/11/2024
Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση θα βρείτε εδώ:
Το αίμα των ίσκιων» από 7 Δεκεμβρίου στο Χώρο Τέχνης "Ιδιόμελο"
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου