Ευθύμης Μπαλαγιάννης: "Ο Μακμπέθ δεν είναι απλώς μια τραγωδία για τη φιλοδοξία και την εξουσία· είναι ένα έργο που μιλά για τον ψυχισμό του ανθρώπου".

 
Το Μακμπέθ είναι ένα από τα πιο πολυσύνθετα και σκοτεινά έργα του Σαίξπηρ. Ποια ήταν η βασική σκηνοθετική σας προσέγγιση και ποιο στοιχείο του έργου θέλατε να αναδείξετε περισσότερο;

Ο Σαίξπηρ θεωρείται ότι ήταν ένας από τους μεγαλύτερους ψυχολόγους της εποχής του. Στον "Μακμπέθ", θίγει κρίσιμα ζητήματα και τα τοποθετεί σε ένα σκοτεινό, διαχρονικό σύμπαν που αντικατοπτρίζει τόσο την εποχή που γράφτηκε όσο και τη σύγχρονη πραγματικότητα. Στην σκηνοθετική μου προσέγγιση, στόχος μου ήταν να φωτίσω το έργο και από μια άλλη σκοπιά και να φέρω την τραγωδία πιο κοντά στο σήμερα, έτσι ώστε ο θεατής να νοιώσει πιο άμεσα τον εφιάλτη του Μακμπέθ. Πολλοί από μας έχουμε βιώσει ένα τραυματικό γεγονός που δεν μπορέσαμε να ξεπεράσουμε, του οποίου το «αποτύπωμα»  μπορεί να έχει επηρεάσει όχι μόνο ολόκληρη τη ζωή μας αλλά και το περιβάλλον μας. Αυτή η ψυχική διαταραχή ονομάζεται  διαταραχή μετατραυματικού στρες (PTSD) οπότε η σύνδεσή του με το έργο έγινε αυτόματα. Αυτό έδωσε μια πιο ανθρώπινη και σύγχρονη ανάγνωση του έργου, κάτι που για μένα ήταν και ο στόχος εξαρχής.

 Στην περιγραφή της παράστασης γίνεται λόγος για τον Μακμπέθ ως έναν ήρωα που επιστρέφει από το πεδίο της μάχης, τραυματισμένος ψυχικά. Πώς αυτή η οπτική διαφοροποιεί την αφήγηση και πώς επηρεάζει την ερμηνεία του χαρακτήρα;

Ο Μακμπέθ δεν είναι απλά ένας φιλόδοξος στρατηγός, είναι ένας άνθρωπος που έχει βιώσει φρικαλεότητες στην μάχη. Σε αυτή τη σκηνοθετική εκδοχή, όμως, δεν επιστρέφει απλώς με νίκες αλλά φέρνει μαζί του αόρατες πληγές, σημάδια βαθιάς ψυχολογικής φθοράς και αυτό είναι κάτι που θα κουβαλάει μαζί του σε όλη την διάρκεια του έργου .Διαπιστώνουμε ότι πραγματικός του εχθρός δεν είναι οι αντίπαλοι στρατηγοί ή οι μάγισσες αλλά είναι ο ίδιος του ο νους, ένα πεδίο μάχης πιο επικίνδυνο από οποιοδήποτε άλλο. Μέσα από αυτό το πρίσμα παρουσιάζουμε το πώς το τραύμα αυτό διαστρεβλώνει την αντίληψη του, τον καταδιώκει με παραισθήσεις και τελικά τον οδηγεί στην καταστροφή αποδεικνύοντας πως η βία και η εξουσία δεν αφήνουν μόνο εξωτερικά σημάδια αλλά και βαθιά, αόρατα τραύματα που μπορεί να οδηγήσουν στη μεγαλύτερη τραγωδία: την απώλεια της ίδιας της ταυτότητας.

 Η παράσταση φαίνεται να δίνει έμφαση στη μετατραυματική διαταραχή του ήρωα. Πώς αποτυπώνεται αυτή η διάσταση στη σκηνική δράση και πώς επηρεάζει τις σχέσεις των χαρακτήρων;

Η ανάγνωση του Μακμπέθ μέσα από το πρίσμα του PTSD (Διαταραχή μετατραυματικού στρες)  μετατρέπει το έργο σε μια τραγωδία όπου ένας πολεμιστής, τραυματισμένος από τη βία, οδηγείται στην παράνοια και την αυτοκαταστροφή, επηρεάζοντας ολόκληρο το περιβάλλον του.

Το PTSD λειτουργεί σαν ένας αόρατος αλλά πανίσχυρος «αντίπαλος» του Μακμπέθ, μια δύναμη που τον κατατρώει από μέσα, καθιστώντας τις πράξεις του όχι απλώς επιλογές με κίνητρο την εξουσία και το στέμμα, αλλά ταυτόχρονα απεγνωσμένες προσπάθειες να ανακτήσει τον έλεγχο σε έναν χαοτικό και σκοτεινό εσωτερικό κόσμο που τον οδηγεί σταδιακά στην παράνοια.

Σε έναν κόσμο που βυθίζεται επανειλημμένα στη δίνη του πολέμου, ποια είναι τα σύγχρονα μηνύματα που θέλετε να περάσετε μέσα από τον Μακμπέθ;

Ο Μακμπέθ είναι μια τραγωδία που, παρότι γράφτηκε πριν από αιώνες, μιλά με ανατριχιαστική ακρίβεια για τη σημερινή πραγματικότητα. Ζούμε σε έναν κόσμο όπου ο πόλεμος, η βία και η εξουσία εξακολουθούν να διαμορφώνουν τις κοινωνίες μας, αφήνοντας πίσω ανθρώπους βαθιά τραυματισμένους. Η ιστορία του Μακμπέθ δεν είναι απλώς μια ιστορία για έναν βασιλιά του παρελθόντος, αλλά μια ζωντανή, προειδοποιητική τραγωδία για τον κόσμο του σήμερα. Ο Μακμπέθ ξεκινά ως ήρωας και καταλήγει σφαγέας, επειδή δεν μπορεί να ξεφύγει από τη λογική της βίας. Δεν είναι θύμα της μοίρας – οι επιλογές του τον οδηγούν στην πτώση του.

Ο κόσμος μας επαναλαμβάνει συνεχώς πολεμικές συγκρούσεις, και το έργο υπενθυμίζει ότι όσο οι κοινωνίες αναπαράγουν τη νοοτροπία του «νικητή και του ηττημένου», θα βρίσκονται σε έναν αέναο κύκλο καταστροφής.

Ποιος είναι ο σκηνογραφικός και αισθητικός κόσμος της παράστασης; Επιλέξατε κάποια συγκεκριμένη εποχή ή μια πιο διαχρονική προσέγγιση;

Ο σκηνικός χώρος θα μπορούσαμε να πούμε ότι παραπέμπει στον ίδιο τον Μακμπέθ ο οποίος είναι επιβλητικός και απροσπέλαστος ενώ ταυτόχρονα αποκόπτεται από την πραγματικότητα και εγκλωβίζεται πίσω από τα τείχη που ο ίδιος υψώνει. Ο σκηνογραφικός  κόσμος της παράστασης έχει σχεδιαστεί ώστε να αποτυπώνει την εσωτερική διάλυση του. Με αυτά τα στοιχεία έχουμε δημιουργήσει έναν σκηνικό μη τόπο. Η αποκοπή και η αποστασιοποίηση από το κοινό μέσω του τοίχους που έχουμε υψώσει επί σκηνής δημιουργεί ένα ερώτημα για το αν ο τόπος είναι ρεαλιστικός ή φαντασιακός. Επιλέγοντας μια μη αυστηρά χρονικά τοποθετημένη σκηνογραφία και αισθητική, θέλουμε να δείξουμε ότι η ιστορία του Μακμπέθ δεν ανήκει σε μια συγκεκριμένη εποχή, αλλά συμβαίνει ξανά και ξανά, σε διαφορετικές μορφές, σε όλη την ανθρώπινη ιστορία.


 Το στοιχείο του υπερφυσικού, όπως οι μάγισσες και οι προφητείες, είναι κεντρικό στον Μακμπέθ. Πώς το προσεγγίσατε στη σκηνή;

Το υπερφυσικό στοιχείο στον Μακμπέθ είναι καθοριστικό, καθώς δημιουργεί μια ατμόσφαιρα μοιραίου, τρόμου και ψυχολογικής αστάθειας. Στην παράσταση, το προσεγγίσαμε με τρόπο που το καθιστά αμφίσημο και εφιαλτικά παρόν, αφήνοντας ανοιχτό το ερώτημα: είναι οι μάγισσες και οι προφητείες πραγματικές ή αποκυήματα της διαταραγμένης ψυχής του Μακμπέθ; Οι Μάγισσες δεν εμφανίζονται ως παραδοσιακές, γκροτέσκες μορφές, αλλά ως απόκοσμες, σχεδόν άφυλες υπάρξεις που ξεφεύγουν από το χρόνο και το χώρο, τονίζοντας ότι η προφητεία μπορεί να είναι τόσο μια εξωτερική δύναμη όσο και μια ψυχική εμμονή του Μακμπέθ.

Πώς δουλέψατε με τους ηθοποιούς για να αποδώσουν την ένταση και το ψυχολογικό βάθος των χαρακτήρων, ιδιαίτερα του Μακμπέθ και της Λαίδης Μακμπέθ;

Η προετοιμασία των ηθοποιών για τον Μακμπέθ απαιτούσε χρόνο, προσήλωση και βαθιά εμβάθυνση στην ψυχολογία, τη σωματικότητα και τη δυναμική των χαρακτήρων του έργου. Η δουλειά με τους ηθοποιούς ήταν καθοριστική για να φέρουμε στην επιφάνεια το ψυχολογικό βάθος των χαρακτήρων και την ένταση της παράστασης. Για να αποδώσουμε την ψυχοσύνθεση όχι μόνο του Μακμπέθ και της Λαίδης αλλά όλων των χαρακτήρων, ακολουθήσαμε μια προσέγγιση που συνδυάζει σωματική έκφραση και αυτοσχεδιασμό.  Η δουλειά μας επικεντρώθηκε σε αναγνώσεις, συζητήσεις και αυτοσχεδιασμούς,  για να κατανοήσουμε τα εσωτερικά κίνητρα των χαρακτήρων και πώς αυτά εξελίσσονται. 

Υπήρχαν συγκεκριμένες σκηνές που αποτέλεσαν πρόκληση στη σκηνοθεσία σας; Αν ναι, πώς τις προσεγγίσατε;

Ναι, υπήρξαν αρκετές σκηνές που αποτέλεσαν σκηνοθετικές προκλήσεις, κυρίως λόγω της ψυχολογικής έντασης, της μετάβασης από το ρεαλιστικό στο υπερφυσικό και της ανάγκης για δυναμική σωματική έκφραση. Κάθε μία από αυτές τις σκηνές αντιμετωπίστηκε με μινιμαλιστικές, επιλογές, ώστε να ενισχυθεί η ψυχολογική δύναμη του έργου χωρίς να βασιστούμε σε κυριολεκτικές απεικονίσεις.

Ο Μακμπέθ είναι γνωστός ως «καταραμένο» έργο. Πιστεύετε σε αυτόν τον μύθο ή τον βλέπετε απλώς ως μια δραματική υπερβολή του θεατρικού κόσμου;

Ο μύθος του καταραμένου Μακμπέθ είναι ένα από τα πιο γοητευτικά και διαχρονικά φαινόμενα του θεάτρου. Οι ιστορίες για ατυχήματα, τραυματισμούς και ανεξήγητα γεγονότα κατά τη διάρκεια παραστάσεων έχουν δημιουργήσει μια σχεδόν δεισιδαιμονική ατμόσφαιρα γύρω από το έργο. Προσωπικά, δεν πιστεύω ότι το έργο είναι καταραμένο, αλλά κατανοώ γιατί ο μύθος επιβιώνει και περνάει από γενιά σε γενιά. Το έργο έχει μια σκοτεινή, σχεδόν τελετουργική ενέργεια, που μπορεί να δημιουργεί μια ατμόσφαιρα φόβου.  Λέγεται ότι ο Σαίξπηρ χρησιμοποίησε αυθεντικές μαγικές επικλήσεις, κάτι που τρόμαξε κοινό και ηθοποιούς. Σε πολλές παραγωγές, υπήρξαν ατυχήματα με σπαθιά, σκηνικά που κατέρρευσαν, φωτιές, ακόμα και θάνατοι ηθοποιών, κάτι που ενίσχυσε τον μύθο. Όλο αυτό σίγουρα κάνει ακόμα πιο ενδιαφέρον αυτό το έργο!

Ποια είναι η προσωπική σας σχέση με το έργο; Τι σημαίνει για εσάς η ευκαιρία να σκηνοθετήσετε τον Μακμπέθ και τι θα θέλατε να κρατήσει το κοινό από αυτή την παράσταση;

Ο  Μακμπέθ δεν είναι απλώς μια τραγωδία για τη φιλοδοξία και την εξουσία· είναι ένα έργο που μιλά για τον ψυχισμό του ανθρώπου, για τη στιγμή που οι επιλογές του τον οδηγούν σε ένα μονοπάτι χωρίς επιστροφή. Για μένα, η ευκαιρία να σκηνοθετήσω αυτό το έργο είναι μια βαθιά προσωπική πρόκληση, καθώς μου δίνει τη δυνατότητα να εξερευνήσω πώς ο φόβος, η ενοχή και η ανάγκη για έλεγχο μπορούν να διαβρώσουν το μυαλό και την ψυχή. Στην προσέγγισή μου, επικεντρώνομαι ιδιαίτερα στη σύνδεση του Μακμπέθ με το μετατραυματικό στρες των στρατιωτών που επιστρέφουν από τον πόλεμο. Ο Μακμπέθ είναι ένας άνδρας που έχει βιώσει τη βία του πολέμου, και το τραύμα αυτό τον καθορίζει. Οι παραισθήσεις του, ο φόβος της προδοσίας και η αίσθηση ότι απειλείται από παντού είναι χαρακτηριστικά συμπτώματα μιας ψυχής διαλυμένης από τις εμπειρίες της μάχης. Δεν είναι μόνο η φιλοδοξία που τον ωθεί, αλλά και ένας νους σημαδεμένος από τον πόλεμο, που δεν μπορεί πια να διακρίνει την πραγματικότητα από τις σκιές του παρελθόντος του.

Μέσα από αυτή την παράσταση, θέλω το κοινό να βιώσει τον Μακμπέθ όχι μόνο ως έναν ιστορικό χαρακτήρα, αλλά ως έναν άνθρωπο που θα μπορούσε να είναι δίπλα μας, στον δικό μας κόσμο. Πιστεύω ότι το έργο αυτό παραμένει εξαιρετικά σύγχρονο, καθώς αντικατοπτρίζει την ψυχολογία της εξουσίας, την επίδραση της βίας στην ανθρώπινη ψυχή και τον φαύλο κύκλο της καταστροφής.

Εύχομαι οι θεατές να φύγουν από την παράσταση με ένα ερώτημα: Πόσο απέχει η δική μας πραγματικότητα από αυτήν του Μακμπέθ; Και, τελικά, τι μας κρατάει από το να διαβούμε το ίδιο σκοτεινό μονοπάτι;


Της Αλεξίας Βλάρα, 11/2/2025


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Είδαμε και προτείνουμε: "Waiting for Godot" at Theatre of the No

Είδαμε και προτείνουμε: The Blunsdon Act στο Theatre of the NO

Είδαμε και προτείνουμε: «Ελένη ή Ο Κανένας»

Είδαμε και προτείνουμε: Φaretra Crystalina στο THEATRE OF THE NO

Είδαμε και προτείνουμε: Μην περάσεις το ποτάμι

Μαρία Νεγρεπόντη-Δελιβάνη: "Οι μακρινοί απόγονοι μας, εφόσον εξακολουθήσει να υπάρχει Ελλάδα, θα κρίνουν ποιος υπερίσχυσε: η παράδοση ή ισοπέδωση των πάντων".