Μαρία Δήμου: "Aυτό το μυθιστόρημα να σκουντήσει λίγο το ασυνείδητο των αναγνωστών και οι δονήσεις αυτού του σκουντήματος να ενοχλήσουν κάπως τη λήθη του τραύματος τους".
- Ποια ήταν η αφετηρία της
έμπνευσής σας για το πρώτο σας μυθιστόρημα; Ήταν οι εμπειρίες σας ως
ψυχοθεραπεύτρια καθοριστικές για τη δημιουργία του;
H αφετηρία της έμπνευσης μου γι’ αυτό το πρώτο μου μυθιστόρημα ήταν ο ίδιος ο κόσμος που τόσο όμορφα, ζεστά και καρτερικά παρακολουθεί χρόνια τώρα τα σεμινάρια ψυχολογίας που παραδίδω σε διάφορες δομές και πολιτιστικά κέντρα. Η ερώτηση ήταν πάντα σταθερή και ξεκάθαρη. Πότε θα γράψετε κάτι για μας; Η απάντηση μου πάντα αόριστη και λακωνική. Όταν θα έρθει η ώρα μου. Και ήρθε. Οι εμπειρίες μου στη κλινική της ψυχοθεραπείας και ψυχανάλυσης σαφώς ήταν καθοριστικές μιας και οι ποικίλες μαρτυρίες ανθρώπων που ανοίγουν τη καρδιά τους ώστε να εντοπιστεί το τραύμα, ανέδειξαν τη πιο μεγάλη αλήθεια αυτού του βιβλίου. Πίσω από κλειστές πόρτες σπιτιών, πίσω από σιωπές και κλειστές ψυχές υπάρχουν τα πιο ηχηρά και μυθιστορηματικά σπαράγματα αλήθειας..
- Η φράση "αυτό το βιβλίο ας
διαβαστεί όπως ένα σύμπτωμα" είναι ιδιαίτερα συμβολική. Τι θα θέλατε
να κατανοήσει ο αναγνώστης από αυτήν την προτροπή;
Αυτό που θα ήταν ευχή να κατανοήσει ο αναγνώστης από αυτή τη
προτροπή είναι καταρχήν πως το σύμπτωμα μπορεί να διαβαστεί με δύο τρόπους. Ο
ένας τρόπος είναι ο τρόπος που το σύμπτωμα εγγράφεται στο λόγο και το σώμα μας.
Ο δεύτερος όμως τρόπος είναι η επαναληπτικότητα αυτού του συμπτώματος. Αυτό που
είναι σημαντικό να κατανοήσει ο αναγνώστης μας είναι ότι το τραύμα που
βρίσκεται πίσω από το σύμπτωμα μας, ο μόνος τρόπος και η μόνη ελπίδα του να
αναγνωριστεί ίσως κάποτε από εμάς, είναι η επιμονή του να επαναλαμβάνεται. Το
τραύμα μας βρίσκεται πάντα εκεί, μέσα σε ένα «σενάριο» ζωής που κάνει την
εμφάνιση του ξανά και ξανά σε ποικίλες καταστάσεις. Η δομή του τραύματος
παραμένει αναλλοίωτη στο χρόνο μέχρι να διαβαστεί ώστε να γίνουν οι απαραίτητες
διορθώσεις. Ακριβώς από αυτό το χαρακτηριστικό διέπονται οι ζωές των ηρώων
αυτού του μυθιστορήματος.
- Πώς επιλέξατε τους χαρακτήρες
σας, όπως τον Άγγελο, τη Ζωή και τη γιαγιά Μυρσίνη; Αντιπροσωπεύουν
διαφορετικές όψεις της ανθρώπινης ψυχής και του τραύματος;
Αυτοί οι χαρακτήρες είναι
επιλεγμένοι προσεκτικά, ένας προς έναν ακριβώς ώστε να διδάξει η ζωή τους ως
πάθημα αλλά και ως μάθημα. Ο Άγγελος είναι ο ήρωας αυτός που ως παιδί έχει
υπάρξει όχι μόνο παραμελημένο αλλά και ποικιλοτρόπως κακοποιημένο και παρόλο
που μεγαλώνοντας κάνει ότι μπορεί ώστε να καλύψει αυτές τις πληγές με τέλεια
κοινωνικά προσαρμοσμένες επιλογές, το τραύμα που έχει δημιουργηθεί εμφανίζεται
σε πρωτόλεια μορφή στη πρώτη ευκαιρία, ζητώντας απαντήσεις αλλά και τα «ρέστα»
από τον ίδιο.
Η Ζωή από την άλλη είναι η ηρωίδα
εκείνη που σε πρώτη ανάγνωση δεν έχει στο ιστορικό της μια εμφανή παιδική
κακοποίηση μα η ζωή της διέπεται από μια μορφή σκληρής παιδικής συναισθηματικής
παραμέλησης. Χωρίς το ψυχικό αίσθημα του ανήκειν κι έστω έναν τουλάχιστο Άλλον
στη ζωή της ώστε ψυχικά να αλληλεπιδράσει ώστε να μεγαλώσει σε μια ασφάλεια.
Η γιαγιά Μυρσίνη όπως και η
κυρά-Ουρανία στο μυθιστόρημα μας αντιπροσωπεύουν ακριβώς αυτόν τον αξιόπιστο
Άλλον στη ζωή των ηρώων μας, που δίχως αυτούς τίποτε δε θα προχωρούσε προς μια
βιώσιμη ζωή, τίποτε δε θα έβγαζε νόημα. Αν και Άλλοι, με ελλείψεις σημαδεμένοι
από τη δική τους μοίρα, από το δικό τους τραύμα είτε ως τυφλοί είτε ως μόνοι κι
εγκαταλελειμμένοι αποτελούν και είναι οι δεύτεροι οσκαρικοί ρόλοι όπως τους
αποκαλώ που ευτυχώς υπάρχουν στις ζωές πολλών υποκειμένων ώστε να δίνουν το
φιλί της ζωής, εκεί που η ψυχή δυσκολεύεται να ανασάνει δίχως νόημα.
- Η ιδέα του τραύματος και της
χαμένης αθωότητας διατρέχει το βιβλίο. Πώς διαχειριστήκατε αυτό το θέμα σε
επίπεδο πλοκής και συναισθηματικής απήχησης;
Η αλήθεια είναι πως δε πρόλαβα να διαχειριστώ τη
συναισθηματική πλοκή. Ίσως γιατί περιγράφοντας και μόνο το τραύμα των ηρώων
ρέει το συναισθηματικό «αίμα» στις κεντρικές ψυχικές αρτηρίες του
μυθιστορήματος. Το τραύμα του καθενός μας από μόνο του περιέχει μέσα του μια
πλοκή, μια ιστορία που αν δεν ειπωθεί εγγράφεται στο σώμα κι έχουμε συμπτώματα,
όταν ειπωθεί τότε υπάρχει η αποκάλυψη του «τέρατος» που πολλές φορές δεν είναι
το άτομο, αλλά, το τραύμα που φέρει. Αυτή η αποκάλυψη του τερατοτραύματος,
μετατρέπει μια ζωή τερατογέννεσης σε μια εκκολαπτόμενη αθώωση του ίδιου μας του
εαυτού από τις ενοχές και τις ερινύες των πράξεων και των τρόπων μας που φυσικά
επηρέασαν τους γύρω μας και πόσο μάλλον την επόμενη γενιά. Για να αθωωθεί
λοιπόν η επόμενη γενιά θα πρέπει να καταδικαστεί το τραύμα της προηγούμενης
στην έσχατη τιμωρία. Να πάψει να παραμένει σιωπηλό. Να μιλήσει. Μέσα λοιπόν στη
πλοκή του μυθιστορήματος μας, έχουμε τραύματα υποκειμένων που με τον έναν ή τον
άλλον τρόπο, μιλούν, έχοντας συναισθηματική απήχηση στους γύρω και κατ’
επέκταση στον αναγνώστη.
- Ποια είναι η σχέση ανάμεσα
στο ψυχαναλυτικό σας υπόβαθρο και την αφήγηση του βιβλίου; Πόσο δύσκολο
ήταν να "μεταφράσετε" την ψυχανάλυση σε λογοτεχνική γραφή;
Η ψυχανάλυση αποτελεί αναμφισβήτητα ένα είδος «γραφής», ο τρόπος γραφής του κάθε ανθρώπου στο ασυνείδητό του με ένα είδος λογοτεχνικής γραφής μιας και μέσω της μεταφοράς και της μετωνυμίας το τραύμα καμουφλαρισμένο επαναλαμβάνεται προσπαθώντας να μην αφήσει τα αρχικά του ίχνη. Υπό αυτό το πρίσμα, όλο το βιβλίο διέπεται από το ψυχαναλυτικό ντιβάνι θα λέγαμε, το έμβλημα πάνω στο οποίο κανείς, αφήνεται να εγγράψει το δικό του βιβλίο, με τις ολόδικές του λέξεις, σημασίες και πλοκή. Κάθε τραύμα είναι η λογοτεχνία της ψυχής, κάθε ψυχή όπως κι ένα βιβλίο αναμένει καρτερικά να διαβαστεί και να κατανοηθεί σε βάθος. Υπό αυτή την έννοια δεν ήταν διόλου δύσκολο να μεταφράσω τη ψυχανάλυση σε λογοτεχνική γραφή, από μόνη της η λογοτεχνική γραφή είναι ψυχανάλυση δηλαδή ανάλυση ψυχής.
6.
Το βιβλίο περιγράφεται ως "ψυχοθεραπευτικό
μυθιστόρημα". Ποιος ήταν ο κύριος στόχος σας: να ψυχαγωγήσετε, να
προκαλέσετε σκέψη ή να θεραπεύσετε;
Ο στόχος ήταν και τα τρία. Η υποκίνηση του συναισθήματος δεν
είναι μια ευχάριστη εμπειρία, μπορεί να κουνά το μέσα μας αλλά το ξεβολεύει
επίσης. Εξ’ ου και θεωρώ πως το βιβλίο «Ήρθε η Ώρα σου», είναι ένα δυσάρεστο
βιβλίο. Προκαλώντας τη σκέψη να σταματήσει, ψυχαγωγώντας το μέσα μας
αναδεικνύοντας τα συναισθήματα, αν μη τι άλλο είναι αν θέλετε, ο πυρήνας μιας
ψυχοθεραπευτικής θεραπείας. Το βιβλίο αυτό σίγουρα δε θεραπεύει, αλλά, έχει τη
πρόθεση να προκαλέσει ένα είδος συναισθηματικού κλύσματος.
- Η φράση "Η δική σου ώρα
ήρθε, οι άλλοι μπορούν να περιμένουν" είναι πολύ προσωπική και
απευθύνεται άμεσα στον αναγνώστη. Πώς γεννήθηκε αυτή η ιδέα;
Ε λοιπόν αυτή η ιδέα γεννήθηκε
μέσα από τη κλινική πράξη. Υπήρξε ένας αναλυόμενος όπου επί χρόνια όταν τον
καλούσα από την αναμονή να περάσει στο χώρο της ψυχανάλυσης έλεγε, Ήρθε η ώρα
μου. Κάποια στιγμή στάθηκα και του είπα, αν ποτέ βγάλω το βιβλίο ο τίτλος του
αν μου επιτρέπετε θα ήθελα να είναι αυτός. Έτσι κι έγινε. Αυτό το κάλεσμα θα
έλεγε κανείς υπάρχει και για τον αναγνώστη. Ένα κάλεσμα από το άραγμα από την
αναμονή της ζωής, στη δράση. Με την ελπίδα αυτό το μυθιστόρημα να σκουντήσει
λίγο το ασυνείδητο των αναγνωστών και οι δονήσεις αυτού του σκουντήματος να
ενοχλήσουν κάπως τη λήθη του τραύματος τους. Αν ναι, τότε αυτό το βιβλίο ήταν η
ώρα να γραφτεί γι’ αυτούς. Αν όχι, μπορούν να περιμένουν λίγο ακόμη στην
αναμονή. Άλλωστε όλοι οι τοκετοί δεν γίνονται την ίδια ώρα, κάποιοι αργούν και
σε κάποιους έρχεται η ώρα τους. Ο τοκετός του τραύματος θέλει υπομονή πολλή.
- Είχατε κάποια στιγμή
ενδοιασμούς για το πώς να ισορροπήσετε ανάμεσα στο μυθοπλαστικό και το
ψυχαναλυτικό στοιχείο;
Κανέναν ενδοιασμό. Το τραύμα για να μπορέσει να ειπωθεί με
κάποιες λέξεις, θα πρέπει να περάσει εν μέρη από αυτό που στη ψυχανάλυση
αποκαλούμε φαντασιακό. Από πολύ μικρή ηλικία ο άνθρωπος δημιουργεί ένα είδος
μικρής φαντασιακής ιστορίας ως Δούρειο ίππο ώστε να περάσει πάνω από το πολύ
πραγματικό ωμό τραύμα του. Ε λοιπόν η ψυχή αγαπά αυτή την ιστορία, δένεται με
αυτή τη προστατευτική ιστορία/μυθοπλασία, τόσο που τελικά σχεδόν σκηνοθετεί και
ζει τη ζωή του βάσει αυτής. Γι’ αυτό λέμε ότι το σύμπτωμα μας το
επαναλαμβάνουμε. Δε ξέρουμε ποιοι είμαστε δίχως αυτό. Ως ένα σημείο δεν είναι
κακό, αλλά, όπως σε όλα τα παραμύθια έτσι και στο σύμπτωμα θα πρέπει κάποια
στιγμή να υπάρξει ένα end, αν όχι happy τουλάχιστο μια μερική
παύση της ίδια πάντα εξέλιξης όπως δύσκολες σχέσεις, γάμοι, επικοινωνίες με
πάντα την ίδια κατάληξη. Ως εκ τούτου θα λέγαμε πως το ψυχαναλυτικό στοιχείο
στηρίζει το μυθοπλαστικό μιας και στόχος κάθε ψυχανάλυσης είναι η διάνυση αυτής
της θεμελιακής φαντασίωσης ώστε ο άνθρωπος να σταματήσει κατά ένα τρόπο να
απολαμβάνει αραχτός στην αναμονή ανακυκλώνοντας τη πλοκή της ζωής του και να
δράσει τόσο όσο ώστε να κινητοποιηθεί η επιθυμία του προς μια κατεύθυνση λίγες
μοίρες πιο πέρα από τη συνηθισμένη τάση και κλίση του στα τεκταινόμενα της
ίδιας του της ζωής.
- Ποιες ήταν οι μεγαλύτερες
προκλήσεις που αντιμετωπίσατε στη μετάβαση από την επιστημονική γραφή στη
μυθιστορηματική αφήγηση;
Δεν αντιμετώπισα κάποια πρόκληση
στη μετάβαση. Ίσως διότι η εκφορά αυτού του μυθιστορήματος έχει στόχο να
περιγράψει μια απλή ιστορία όπου ως εκφερόμενο έχει μια σιωπηλή μα δυνατή
αίσθηση που αφήνει το τραύμα στα ψυχικά σπλάχνα κάθε υποκειμένου. Κι αυτό δε
περιγράφεται επιστημονικά διότι δεν μπορεί να ειπωθεί σε λέξεις. Στη ψυχανάλυση
λέμε πως κάθε σύμπτωμα είναι ένας Ιανός, έχει δύο πρόσωπα. Το εκφερόμενο, αυτό
που υπο-τίθεται ότι λέγεται και η εκφορά, αυτό που αποτυπώνεται σε λέξεις. Το
μυθιστόρημα αυτό, χρησιμοποιεί απλές λέξεις να περιγράψει ζωές ανθρώπων που στη
τελική η αίσθηση του πως νιώθουν πιο πολύ βιώνεται από τον αναγνώστη στο σώμα
και τη ψυχή παρά στο μυαλό. Η επιστημονική γραφή στηρίζεται σε κανόνες,
αποδείξεις, στατιστική και υπολογισμό. Από αυτό το βιβλίο λείπουν όλα αυτά,
ακριβώς γιατί μιλά για τραύμα και στο ψυχαναλυτικό τραύμα συνήθως κανείς
συναντά εξαιρέσεις κι όχι κανόνες. Ευτυχώς.
- Ποιο μήνυμα θα θέλατε να
μεταφέρετε μέσα από το Ήρθε η ώρα σου; Πώς ελπίζετε να επηρεάσει
τους αναγνώστες σας;
Το μήνυμα είναι ο τίτλος του βιβλίου και μόνο αυτό. ΗΡΘΕ Η
ΩΡΑ ΣΟΥ, έτσι απλά. Όπως ήρθε κάποτε η ώρα σου να συλληφθείς κατόπιν να
γεννηθείς και μοιραία θα έρθει η ώρα σου να πεθάνεις, ίσως, λέω ίσως να Ήρθε η
ώρα σου εξίσου να ζήσεις τη ζωή που σου δόθηκε. Κι αυτό δεν είναι μια εύκολη
υπόθεση μιας και ο ερχομός στη ζωή μα και η έξοδος από αυτή δεν είναι πάντα στο
χέρι σου, αλλά, το πώς θα τη ζήσεις εξαρτάται εξ’ ολοκλήρου από σένα. Και μια
τόσο ελεύθερη απόφαση μερικές φορές αποδεικνύεται και η μεγαλύτερη φυλακή.
Τουλάχιστο αυτό ισχύει για τους ήρωες του βιβλίου μας. Για τον αναγνώστη,
ελπίζω σε κάτι καλύτερο, αλλά, η ελπίδα λατρεύει την αιωνιότητα. Αυτό το βιβλίο
όμως αναμετριέται με το χρόνο. Υπακούει στο νόμο της ζωής η οποία ως γνωστό
είναι πεπερασμένη. Εξ’ου και η προβληματική του μυθιστορήματος μας.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου